ΕΘΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ
Η ίδρυση
ΕΘΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ
Η ίδρυση
Η ίδρυση της Εθνικής Ασφαλιστικής πραγματοποιήθηκε σε μια στιγμή που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί αποτρεπτική για την ανάληψη μιας τόσο μεγαλόπνοης επιχειρηματικής πρωτοβουλίας. Οι απόπειρες για δημιουργία ελληνικών ασφαλιστικών εταιριών μέχρι την περίοδο εκείνη είχαν αποτύχει και κυριαρχούσε ένα αίσθημα κλονισμού της εμπιστοσύνης του κοινού απέναντι σ’ αυτές τις πρωτοβουλίες.
Η στροφή προς τις ξένες ασφαλιστικές εταιρίες ήταν ένα χαρακτηριστικό εκείνης της εποχής. Η ανάγκη για τη δημιουργία μιας μεγάλης ελληνικής ασφαλιστικής εταιρίας ήταν γεγονός, αλλά το περιβάλλον μέσα στο οποίο θα έπρεπε να αναπτυχθεί μια τέτοια πρωτοβουλία ήταν αρνητικό.
Παρόλα αυτά η Εθνική Ασφαλιστική ιδρύθηκε και αντιμετώπισε την κατάσταση ανατρέποντας όλα τα δεδομένα της εποχής.
Η Εθνική Τράπεζα ήταν η πρώτη που συνειδητοποίησε την έλλειψη μιας φερέγγυας, ελληνικής, ασφαλιστικής επιχείρησης και ανέλαβε την πρωτοβουλία να την ιδρύσει.
Ο Διοικητής της Ε.Τ.Ε, Παύλος Καλλιγάς, στην Γενική Συνέλευση των Μετόχων για την χρήση του 1891, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι σε συνεργασία με τα άλλα πιστωτικά ιδρύματα του τόπου θα πρέπει να συσταθεί ελληνική ασφαλιστική εταιρία που θα εξυπηρετεί το κοινό συμφέρον και θα αποτρέπει την εξαγωγή συναλλάγματος που συνεπάγεται η ασφάλιση σε ξένες ασφαλιστικές εταιρίες.
Ο στόχος ήταν η δημιουργία μιας εταιρίας που θα διέθετε εξαρχής υψηλές προδιαγραφές και ισχυρά θεμέλια. Ετσι, πέντε κορυφαία Τραπεζικά Ιδρύματα της χώρας, η Ε.Τ.Ε, η Τράπεζα Κων/πόλεως, η Προνομιούχος Τράπεζα Ηπειροθεσσαλίας, η Γενική Πιστωτική Τράπεζα της Ελλάδος και η Τράπεζα Βιομηχανικής Πίστεως, ιδρύουν το 1891 την Εθνική Ασφαλιστική.
Οι εμπνευστές αυτής της προσπάθειας, Παύλος Καλλιγάς και Στέφανος Στρέιτ, ενδιαφέρθηκαν προσωπικά να βρουν συνεργάτες που θα ήταν σε θέση, με την τεχνογνωσία και την εμπειρία τους, να υλοποιήσουν το όραμα των ιδρυτών. Για το λόγο αυτό απευθύνθηκαν σε σημαντικούς τραπεζικούς κύκλους του εσωτερικού και εξωτερικού και κυρίως της ομογένειας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ιδιώτες που συμμετείχαν στο μετοχικό κεφάλαιο της νέας εταιρίας ήταν από τους σημαντικότερους οικονομικούς παράγοντες του τόπου, ενώ δυναμική ήταν η ανταπόκριση του ελληνισμού της διασποράς.
Το μετοχικό κεφάλαιο ανέρχονταν στα 8.000.000 δρχ., ποσό εξαιρετικά υψηλό για τα δεδομένα της εποχής. Οι άνθρωποι που στελέχωσαν την εταιρία ήταν εξέχουσες προσωπικότητες. Αξίζει ν’ αναφερθεί ότι Γενικός Διευθυντής ανέλαβε ο Enrico Pontremoli, ασφαλιστική αυθεντία της εποχής, ο οποίος με τις οργανωτικές βάσεις που έθεσε, εξασφάλισε στη νέα εταιρία άρτια δομή, σωστή οργάνωση, διεθνείς διασυνδέσεις και υψηλή ποιότητα παροχής υπηρεσιών. Επίσης, ανάμεσα στους εμπνευστές και πρώτος Πρόεδρος του Δ.Σ ήταν ο Στέφανος Στρέιτ.
Ετσι λοιπόν, η Εθνική Ασφαλιστική ξεκινά την μακρόχρονη πορεία της έχοντας σαν όπλα :
Τα πρώτα χρόνια
Η Εθνική Ασφαλιστική, από την ίδρυσή της, ασκούσε όλους τους ασφαλιστικούς κλάδους και αναλάμβανε κάθε είδους ασφάλιση και αντασφάλιση, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ενώ ήταν η πρώτη εταιρία στον ελλαδικό χώρο που εισήγαγε τη λειτουργία του κλάδου Ζωής. Δυστυχώς, όμως, λίγα χρόνια αργότερα αναγκάστηκε να σταματήσει τη λειτουργία του κλάδου αυτού και για 50 χρόνια περίπου, διότι οι συνθήκες για την ανάπτυξη των ασφαλειών Ζωής δεν είχαν ωριμάσει την περίοδο εκείνη στην Ελλάδα. Αξίζει να σημειωθεί ότι, ένας από τους πελάτες της του κλάδου Ζωής, στο διάστημα αυτό, υπήρξε ο Ελευθέριος Βενιζέλος.
Στέφανος Στρέϊτ, ο πρώτος Πρόεδρος & Enrico Pontremoli, οργανωτής και ο πρώτος διευθυντής της Εθνικής Ασφαλιστικής
Κύριο μέλημα των ιδρυτών ήταν η δημιουργία ενός Δικτύου που θα κάλυπτε όχι μόνο τον ελλαδικό χώρο αλλά και το εξωτερικό στους κλάδους Θαλάσσης και Πυρός. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, η Εθνική Ασφαλιστική απέκτησε σημαντική παρουσία σε όλες σχεδόν τις Μεσογειακές πόλεις που διαδραμάτιζαν σημαντικό ρόλο στο εμπόριο.
Το Δίκτυο ήταν προσανατολισμένο στα εμπορικά λιμάνια, τα νησιά και τις σημαντικές πόλεις του τότε ελληνικού κράτους. Στις πόλεις όπου δεν υπήρχε Γενικό Πρακτορείο, η Εθνική Ασφαλιστική συνεργαζόταν με την Ε.Τ.Ε και πράκτοράς της ήταν ο εκάστοτε Γενικός Διευθυντής του υποκαταστήματος.
Οσο για το εξωτερικό, με τα Δίκτυα των Γενικών Πρακτορείων και των Πρακτορείων που δημιούργησε αποσκοπούσε να δηλώσει την παρουσία της σε ελληνικές, εκτός των συνόρων πόλεις αλλά και σε πόλεις του εξωτερικού που συνδύαζαν την ελληνική παρουσία με αυξημένη εμπορική κίνηση, από την Κων/πολη και τη Μασσαλία μέχρι το Πορτ Σάιντ και την Νέα Υόρκη.
Η πορεία της αμέσως μετά την ίδρυσή της μπορεί να χαρακτηριστεί εντυπωσιακή. Η νεαρή εταιρία σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα κατάφερε να εξαπλωθεί στην Ελλάδα, στην Ευρώπη αλλά και στη Νότια και Βόρεια Αμερική όχι μόνο πρωτασφαλιστικά αλλά και αντασφαλιστικά.
Η πρώτη σκληρή δοκιμασία ήρθε το 1896 με την αποτέφρωση της πόλης Quayaquil (ζημιά που ανέρχονταν σε εκατομμύρια αγγλικές λίρες), της Δημοκρατίας του Ισημερινού στη Νότια Αμερική, την οποία είχε αναλάβει αντασφαλιστικά από μια αγγλική εταιρία.
Το 1897 η κατάσταση της οικονομίας λόγω του πολέμου και των πολιτικών εξελίξεων τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, δεν άφησαν ανεπηρέαστη την Εθνική Ασφαλιστική, η οποία αναγκάστηκε να πάρει σημαντικές αποφάσεις για τη μελλοντική της πορεία. Ετσι, σε έκτακτες Γενικές Συνελεύσεις των μετόχων αποφάσισε να μειώσει σημαντικά το μετοχικό της κεφάλαιο και να σταματήσει τις εργασίες του εξωτερικού με εξαίρεση την Τουρκία και την Αίγυπτο στους κλάδους Πυρός και Θαλάσσης. Το 1899 μείωσε για δεύτερη φορά το μετοχικό της κεφάλαιο.
Από το 1907, παύει να ασκεί τον κλάδο Θαλάσσης, ο οποίος λόγω των γενικότερων συνθηκών ήταν ζημιογόνος και έτσι για μεγάλο χρονικό διάστημα ασκεί τον κλάδο Πυρός.
1910-1940
Η Εθνική Ασφαλιστική έζησε όλους τους αγώνες του έθνους από το 1897 μέχρι και τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Γεγονότα που συντάραξαν την Ελλάδα, κατέστρεψαν επιχειρήσεις και διέλυσαν την ελληνική οικονομία δεν άφησαν ανεπηρέαστη την Εταιρία, η οποία όμως κατάφερε να προσαρμοστεί στις εξελίξεις και να στηρίξει με κάθε μέσο τους αγώνες του έθνους, με ανυπολόγιστες θυσίες. Διότι, το κέρδος της ελληνικής οικονομίας, η αντιμετώπιση των εθνικών καταστροφών, η επικοινωνία μεταξύ των ελληνικών κοινοτήτων ανά τον κόσμο, η ανάπτυξη του θεσμού της ασφάλισης και η ικανοποίηση των ελληνικών ασφαλιστικών αναγκών συνιστούσαν και συνιστούν την έννοια του κέρδους για την Εθνική Ασφαλιστική.
Οι Βαλκανικοί πόλεμοι του 1912-1913 μείωσαν, όπως ήταν φυσικό, τις ασφαλιστικές εργασίες αλλά το τελικό αποτέλεσμα ήταν θετικό. Η Εταιρία, με την απελευθέρωση των νέων χωρών έσπευσε στις περιοχές αυτές είτε ανοίγοντας νέα Πρακτορεία είτε ενισχύοντας τα ήδη υπάρχοντα. Το μετοχικό κεφάλαιο παρέμενε σταθερό και η ακίνητη περιουσία της αυξανόταν αλματωδώς.
Εικόνες από τους Βαλκανικούς πολέμους
Την περίοδο αυτή, στο πλαίσιο της προώθησης των γεωργικών συνεταιρισμών από την Κυβέρνηση, η Εθνική Ασφαλιστική ασφάλιζε όχι μόνο τους ίδιους αλλά και τα προϊόντα που υπήρχαν στις αποθήκες τους. Η έκταση των εργασιών στον τομέα αυτό δημιούργησε πολλά προβλήματα λόγω των συχνών ζημιών από πυρκαγιές.
Το 1910 ψηφίστηκαν οι δύο πρώτοι νόμοι στην Ελλάδα περί ασφαλιστικών εταιριών και λίγα χρόνια αργότερα, το 1917 ψηφίστηκε ο 1023 Νόμος «περί ιδιωτικής επιχειρήσεως ασφαλίσεως» ο οποίος αποτέλεσε ουσιαστικά τη βάση που στηρίχθηκε όλη η μετέπειτα ασφαλιστική νομοθεσία. Βασικός συντάκτης ήταν ο γνωστός καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος του Δ.Σ της Εθνικής Ασφαλιστικής, Αλκιβιάδης Κρασσάς.
Ο Α΄ Παγκόσμιος πόλεμος δημιούργησε πολλά προβλήματα στα Πρακτορεία που βρίσκονταν στην επικράτεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Τουρκική κυβέρνηση επέβαλε με νόμο στις ξένες ασφαλιστικές εταιρίες την καταβολή υπέρογκης χρηματικής εγγύησης, έτσι η εταιρία αποφάσισε να αποσυρθεί προσωρινά από τις εργασίες στην Τουρκία. Αυτό την οδήγησε στην απόφαση να διευρύνει το Δίκτυό της στη Βαλκανική Χερσόνησο.
1910-1940
Στη δεκαετία του 1920 η Εταιρία ακολούθησε σε όλους τους τομείς συντηρητικό πρόγραμμα το οποίο, σε συνδυασμό με τις αναπτυξιακές προοπτικές που έθεσε, της επέτρεψε να αναπτυχθεί μακροπρόθεσμα. Η μέχρι τότε εμπειρία την έκανε πιο προνοητική έτσι ώστε να είναι προετοιμασμένη για τυχόν απρόοπτα.
Η αστάθεια και η αβεβαιότητα της δεκαετίας του ’20 οδήγησαν την Εταιρία στη σταδιακή προσπάθεια από τη μια να δημιουργήσει αποθεματικά σε χρυσό και από την άλλη να επενδύσει σε αγορές ακινήτων ή σε οικοδομικές εργασίες για τη βελτίωση των ήδη υπαρχόντων ακινήτων.
Η αρχή της δεκαετίας του ’30 τη βρήκε την Εταιρία να ασχολείται πάντα με εργασίες κατά κινδύνων Πυρός και να εξακολουθεί να συνεργάζεται με την Εθνική και την Κτηματική Τράπεζα. Οι γενικότερες δυσμενείς οικονομικές συνθήκες δεν της επέτρεψαν να θέσει σε λειτουργία και άλλους κλάδους, παρότι μελετούσε την επαναλειτουργία του κλάδου Ζωής. Παρόλο που η δεκαετία του ’30 δεν ήταν ευνοϊκή για μεγάλα κέρδη, τα ετήσια κέρδη της Εταιρίας ήταν σημαντικά λόγω της σύνεσης που επικρατούσε στον τρόπο διοίκησης, στην περίοδο αυτή. Η κοινωνική προσφορά ήταν ασυνήθιστα μεγάλη, το προσωπικό της αμείβονταν κανονικά και το κυριότερο, αποζημίωνε με τον καλύτερο τρόπο τους κινδύνους που αναλάμβανε. Ενδεικτικά, αξίζει να αναφερθεί, ότι στη δεκαετία του ’30, λειτουργούσαν 88 Πρακτορεία σε όλη τη χώρα, εκτός από την Αθήνα και τον Πειραιά, καλύπτοντας μεγάλες κωμοπόλεις.
Οι εργασίες των Πρακτορείων (συμβόλαια, ζημιές, προμήθειες, κέρδη, κόστος) καθοδηγούνταν και ελέγχονταν με επιμέλεια. Συνεχείς ήταν οι επιθεωρήσεις που γίνονταν από τα στελέχη της έδρας καθώς και οι επισκέψεις στα Πρακτορεία κάθε φορά που προέκυπτε κάποιο πρόβλημα.
Χαρακτηριστικό της περιόδου αυτής είναι ότι η Εθνική Ασφαλιστική είχε να αντιμετωπίσει τις μεγάλες πυρκαγιές καπναποθηκών των συνεταιρισμών στη Μακεδονία και τη Θράκη.
Το Μέγαρο της Εθνικής Τραπέζης της Ελλάδος στη Σμύνη το 1919. Στο ίδιο κτήριο στεγαζόταν και η Εθνική Ασφαλιστική κατά την ίδια περίοδο.
Τα δύσκολα χρόνια
Λίγο πριν τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, η οικονομική κατάσταση της εταιρίας ήταν εύρωστη. Η ακίνητη περιουσία της ήταν μεγάλη και οι πρόσοδοί της ικανοποιητικές. Το χαρτοφυλάκιο «χρηματογράφων» σε δραχμές και σε χρυσό ήταν ισχυρό, ενώ τα αποθεματικά της ήταν άρτια και οι μέτοχοι λάμβαναν ικανοποιητικά μερίσματα από τα κέρδη.
Ο κλάδος Ζωής που επρόκειτο να ξεκινήσει τις εργασίες του πριν από τον πόλεμο αναγκάστηκε να τις αναβάλλει λόγω των δυσμενών οικονομικών συνθηκών, με αποτέλεσμα να λειτουργήσει οριστικά από το 1942.
Συσσίτιο κατά τη διάρκεια της Κατόχής. Σ’αυτά που οργανώθηκαν από την Εθνική Ασφαλιστική έτρωγαν καθημερινά 150 άτομα
Η νομισματική αστάθεια, ο πληθωρισμός και η εμφύλια σύρραξη δημιούργησαν μεγάλα προβλήματα. Το προπολεμικό ισχυρό χαρτοφυλάκιο χρεογράφων σχεδόν εκποιήθηκε ολόκληρο για να καλυφθούν τα έξοδα του κατοχικού συσσιτίου που θέσπισε για τους υπαλλήλους της. Για να αντιμετωπίσει η Εταιρία την κατάσταση αυτή έκανε πραγματικό αγώνα με κυριότερο στόχο την ανάπτυξη των ασφαλιστικών εργασιών και παράλληλα την ανασυγκρότηση του χαρτοφυλακίου της.
Την περίοδο της κατοχής ένα από τα κυριότερα περιουσιακά στοιχεία της, το κτίριο της οδού Κοραή 4, επιτάχθηκε από τους Γερμανούς και υποχρέωσε την Εταιρία να φύγει από την έδρα της, παραδίδοντας μαζί και την θαυμάσια επίπλωσή του.
Η οικοδόμηση του κτιρίου είχε ολοκληρωθεί το 1938 και αποτελούσε ένα από τα πιο σύγχρονα κτίρια της πρωτεύουσας, χτισμένο με τα καλύτερα υλικά της εποχής, διαθέτοντας επιπλέον κεντρική θέρμανση, κλιματισμό και ανελκυστήρες, καθώς επίσης και δύο υπόγειους χώρους προορισμένους για αντιαεροπορικά καταφύγια για τους υπαλλήλους της Εταιρίας, σε περίπτωση πολέμου.
Η αίθουσα του Διοικητικού Συμβουλίου και το γραφείο της Γενικής Διεύθυνσης
Οι γερμανικές δυνάμεις κατοχής εγκατέστησαν στους πάνω ορόφους του κτιρίου τα γραφεία της Kommandatour, ενώ χρησιμοποίησαν τα υπόγεια καταφύγια σαν κρατητήρια για τους έλληνες πολίτες. Το κτίριο αυτό, παρότι αποτελούσε ένα καύχημα για την Εθνική Ασφαλιστική, δεν κατάφερε ποτέ να αποτελέσει την έδρα της στα χρόνια που ακολούθησαν, διότι ακόμα και μετά την αποχώρηση των Γερμανών από την Αθήνα, δοκίμασε μια σειρά επιτάξεων, από τους Άγγλους και το ΕΑΜ μέχρι την τότε ελληνική κυβέρνηση.
Ωστόσο, δεν έπαψε ποτέ να αποτελεί περιουσιακό στοιχείο της Εθνικής Ασφαλιστικής, η οποία μετά την περιπέτεια των επιτάξεων ανέλαβε σημαντικές εργασίες για την αποκατάστασή του, ενώ το 1991, στο πλαίσιο του εορτασμού των 100 χρόνων από την ίδρυσή της, συντήρησε και παρέδωσε στο κοινό τα υπόγεια κρατητήρια, τα οποία αποτελούν σήμερα ένα μοναδικό ιστορικό μνημείο αφιερωμένο στην περίοδο της κατοχής.
Η αναδημιουργία
Στην αρχή της δεκαετίας του ’50 και μέχρι το 1955, το μετοχικό κεφάλαιο της Εταιρίας ανερχόταν σε 9.670.000 δρχ. Το 1956 αναπροσαρμόστηκε σε 27.076.000 δρχ. και την επόμενη χρονιά σε 28.800.000 δρχ. όπου και παρέμεινε έως το 1970 (72.000 μετοχές των 400 δρχ.). Οι ασφαλιστικές εργασίες της Εταιρίας ασκούνταν στους κλάδους Πυρός και Μεταφορών, Ζωής, Αυτοκινήτων, Εργατικών Ατυχημάτων, Αστικής Ευθύνης. Την περίοδο αυτή έγινε προσπάθεια για αύξηση της παραγωγής, παρόλο που οι γενικότερες συνθήκες στη χώρα δεν ήταν ευνοϊκές. Ταυτόχρονα, ξεκίνησε τις εργασίες του ένας νέος ασφαλιστικός κλάδος, ο κλάδος Χαλάζης, ο οποίος, ενώ στην αρχή πήγαινε καλά, προς το τέλος της δεκαετίας του ’50 παρουσίασε προβλήματα. Στο τέλος της δεκαετίας του ’50 εμφάνισε σημαντική αύξηση εργασιών ο κλάδος Ζωής, ενώ αντίθετα μειώθηκαν οι εργασίες του κλάδου Εργατικών Ατυχημάτων, επειδή οι αρμοδιότητες του ΙΚΑ διευρύνθηκαν στον τομέα αυτό.
Το 1964 άρχισε να λειτουργεί ο κλάδος Πιστώσεων και Εγγυήσεων. Για πολλά χρόνια, η Εθνική Ασφαλιστική ήταν η μοναδική εταιρία που παρείχε ασφαλιστικό πρόγραμμα του κλάδου αυτού.
Τα τελευταία χρόνια της εικοσαετίας 50-70, αποτέλεσαν μεταβατική περίοδο κατά την οποία προετοιμάζονταν θεσμικές και οργανωτικές ανακατατάξεις στη δομή και την άσκηση εργασιών των ασφαλιστικών εταιριών που λειτουργούν στην Ελλάδα. Το μεταβατικό αυτό στάδιο έληξε την επόμενη χρονιά (1970) με την έκδοση του Ν.Δ 400 «περί ιδιωτικής επιχειρήσεως ασφαλίσεως».
Από το 1970 μέχρι σήμερα
Κατά την τριακονταετία 1970-2000, η Εθνική Ασφαλιστική δημιούργησε το μεγαλύτερο μηχανογραφικό κέντρο από το σύνολο των ασφαλιστικών εταιριών, επέκτεινε τις δραστηριότητές της σε όλους τους νομούς της χώρας με τη δημιουργία υποκαταστημάτων και ενίσχυσε την αποκέντρωσή της με τη δημιουργία μεγάλου αριθμού υποκαταστημάτων στην Αττική. Σε όλη αυτή την περίοδο κατείχε την πρώτη θέση από πλευράς συνολικών ασφαλίστρων στην ελληνική αγορά. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η παραγωγή ασφαλίστρων το έτος 1994 ανήλθε στα 59.384.000.000 δρχ.
Παράλληλα επέκτεινε τις δραστηριότητές της στα χρηματοπιστωτικά προϊόντα με την ίδρυση δικού της Αμοιβαίου Κεφαλαίου, ενώ ταυτόχρονα δημιούργησε το νέο κλάδο της Οδικής Βοήθειας.
Το Μέγαρο της Εθνικής στην οδό Καραγεώργη Σερβίας 8 στο κέντρο της Αθήνας. Ανεγέρθηκε κατά την περίοδο 1959-1963 και είναι έργο του αρχιτέκτονα Ιασ. Ρίζου. Η αίθουσα του Διοικητικού Συμβουλίου με τους πίνακες των Γενικών Διευθυντών, σημερινή αίθουσα συνεδριάσεων
Το τμήμα μηχανοργάνωσης
Το 1997 ολοκληρώθηκε η διαδικασία συγχώνευσης της Εθνικής Ασφαλιστικής με τις εταιρίες του ομίλου της Ε.Τ.Ε, ΑΣΤΕΡΑ, ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΥ και ΕΤΕΒΑ. Το γεγονός αυτό είχε σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός ενιαίου ασφαλιστικού φορέα με ισχυρή κεφαλαιακή βάση και επαρκές δίκτυο, ικανό να αποτελέσει ένα σημαντικό εργαλείο του Ομίλου της ΕΤΕ στην αξιοποίηση της ασφαλιστικής αγοράς στην Ελλάδα αλλά και επιλεκτικά στο εξωτερικό.
Το 1998 η Εθνική Ασφαλιστική εξαγόρασε μειοψηφικό πακέτο 30% της ασφαλιστικής εταιρίας «ΕΥΡΩΠΗ ΑΕΓΑ» και τον επόμενο χρόνο απορρόφησε την ασφαλιστική εταιρία Ζημιών «ΛΑΪΚΗ».
Διευρύνοντας τις δυνατότητές διείσδυσής της στο χώρο της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, η Εθνική Ασφαλιστική ίδρυσε το 1997 στη Ρουμανία τη θυγατρική εταιρία GARANTA SA, ενώ το 2001 ίδρυσε δύο εταιρίες στην Κύπρο, την Εθνική Ασφαλιστική Κύπρου και την Εθνική Γενικών Ασφαλειών Κύπρου.
Το 2005 η Εθνική Ασφαλιστική μετακόμισε στη νέα έδρα της στο κτηριακό συγκρότημα της Λεωφόρου Συγγρού 103-105, ύστερα από 4 χρόνια εργασιών. Το νέο κτήριο σχεδιάστηκε, από τους αρχιτέκτονες Mario Botta, Ειρήνη Σακελλαρίδου και Μόρφω Παπανικολάου, με τρόπο που να καλύπτει όλες τις σημερινές ανάγκες αλλά και την προοπτική εξέλιξη της τεχνολογίας για τα επόμενα χρόνια.
Τελική μακέτα του νέου κτηριακού συγκροτήματος της Εθνικής Ασφαλιστικής στη Λεωφόρο Συγγρού
Την περίοδο αυτή, η ουσιαστική ενεργοποίηση του Bancassurance (πώληση ασφαλιστικών υπηρεσιών από την Τράπεζα) που ξεκίνησε δειλά το 1997 και η δημιουργία του Assurbanking (πώληση τραπεζικών προϊόντων μέσω του δικτύου πωλήσεων της ασφαλιστικής) έφεραν επανάσταση στο χώρο των πωλήσεων και έθεσαν τις βάσεις για την αξιοποίηση των πραγματικά τεράστιων δυνατοτήτων που δίνονται σε μια εταιρία που ανήκει στο μεγαλύτερο τραπεζικό όμιλο της χώρας, τον όμιλο της ΕΤΕ με δίκτυο 555 καταστημάτων σε όλη την Ελλάδα.
Σήμερα η Εθνική Ασφαλιστική ασκεί όλους τους ασφαλιστικούς κλάδους και ηγείται του ασφαλιστικού χώρου στην Ελλάδα κατέχοντας τα μεγαλύτερα μερίδια αγοράς τόσο στον Κλάδο Ζωής όσο και στους Γενικούς Κλάδους. Αναπτύσσεται με ραγδαίους ρυθμούς και παράλληλα βελτιώνει και εκσυγχρονίζει τις υποδομές της ώστε να παρέχει ποιοτικές υπηρεσίες στον έλληνα πολίτη.
Το εσωτερικό του κτηρίου με τους γυάλινους διαδρόμους
Τέλος, συνεχίζοντας την πολιτική κοινωνικής ευθύνης που έχει αναπτύξει σε όλη την ιστορικής της πορεία, η Εθνική Ασφαλιστική ευαισθητοποιείται σε θέματα κοινωνικής αλληλεγγύης, πολιτισμού και αθλητισμού ενώ δίνει ιδιαίτερο βάρος στην προστασία του περιβάλλοντος και την αποτροπή των κλιματικών αλλαγών στον πλανήτη.